καταλείπεται

καταλείπεται
καταλιμπάνω
leave behind
pres ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αποπληξία — Σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από απότομη απώλεια της συνείδησης (εγκεφαλικό ίκτους), της κινητικότητας και της αισθητικότητας και οφείλεται συνήθως σε εγκεφαλική αιμορραγία, μπορεί όμως να προκληθεί και από θρόμβωση ή εμβολή αιμοφόρου αγγείου του… …   Dictionary of Greek

  • καταλείπω — (AM καταλείπω) 1. αφήνω υπόλοιπο 2. (για γονείς) αφήνω ως κληρονομιά, κληροδοτώ 3. εγκαταλείπω κάποιον ή κάτι στην τύχη του μσν. 1. αφήνω κάποιον ως αντικαταστάτη μου 2. επιτρέπω σε κάποιον να... 3. εμπιστεύομαι 4. (με αντικ. λέξη που δηλώνει… …   Dictionary of Greek

  • καταλείπετ' — καταλείπετε , καταλιμπάνω leave behind pres imperat act 2nd pl καταλείπετε , καταλιμπάνω leave behind pres ind act 2nd pl καταλείπεται , καταλιμπάνω leave behind pres ind mp 3rd sg καταλείπετο , καταλιμπάνω leave behind imperf ind mp 3rd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”